Πρόλογος
Στο παρόν άρθρο, θα ασχοληθούμε με το θέμα του πόνου και της δυστυχίας και πως προσπαθεί η χριστιανική θρησκεία να τα συμβιβάσει με την πρόνοια ενός θεού πάνσοφου, αγάπης και παντοδύναμου. Φυσικές καταστροφές, αρρώστιες, πόλεμοι, άνιση κατανομή του πλούτου και κοινωνική αδικία, πείνα, ποδοπάτηση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, εγκλήματα των εξουσιαστών κατά της ανθρωπότητας, είναι μόνο ένα μέρος των δεινών.
Πεφωτισμένοι. Όσο και αν διαβάσουμε για αυτούς ποτέ δεν μας αρκεί, καθώς κάθε φορά ανακαλύπτουμε κάτι καινούργιο κάτι απόκοσμο και μυστικό. Αλήθεια ή ψέματα; Δεν έχει πάντα σημασία, αφού το σίγουρο είναι ότι οι ιστορίες που μας προσφέρουν, είναι σκοτεινές, συναρπαστικές και άκρως ενδιαφέρουσες.
Σκοπός του κειμένου δεν είναι να αποδοκιμάσει θρησκευτικά πιστεύω, πρακτικές και τελετουργίες. Στόχος του δεν είναι επίσης να θέσει υπό αμφισβήτηση τη θεολογική μεταφυσική και ηθική. Αποστασιοποιούμαι από τα παραπάνω για δύο βασικούς λόγους.
Αθεϊσμός σημαίνει την άρνηση πίστης στην ύπαρξη Θεών ή Θεού.[1] Αθεϊσμός, υπό την ευρύτερη έννοια, ονομάζεται η απουσία πίστης σε ύπαρξη θεοτήτων.[2] Υπό μια πιο στενή έννοια, ο αθεϊσμός δηλώνει την απόρριψη της πίστης στην ύπαρξη θεοτήτων.[3][4] Σε ακόμη πιο στενή έννοια, ο αθεϊσμός λαμβάνει τη συγκεκριμένη θέση πως δεν υπάρχουν θεότητες.[1][5] Ο αθεϊσμός βρίσκεται σε αντίθεση με τον ντεϊσμό και τον θεϊσμό, σύμφωνα με τους οποίους μια θεότητα είναι υπαρκτή.[6]
«…η εσχατολογία δεν είναι μόνο ιδιαίτερο κεφάλαιο μέσα σε ολόκληρο το χριστιανικό θεολογικό σύστημα, αλλά μάλλον η βάσις του και το θεμέλιό του, η άγουσα και εμπνέουσα αρχή του, ή τρόπον τινά, ο χώρος του συνόλου της χριστιανικής σκέψεως».
(Γ. Φλορόφσκυ, «Θέματα Ορθοδόξου θεολογίας», σ. 141)